- παρεκάλεσεν
- παρακαλέωcall toaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καταδειλιώ — καταδειλιῶ, άω (Α) 1. δείχνω δειλία 2. εγκαταλείπω κάτι από δειλία («οὐδὲ μὴν κατεδειλιάσαμεν οὐδὲν ἐφ ὅ, τι ἡμᾱς οὗτος παρεκάλεσεν», Ξεν.) … Dictionary of Greek